Το Κόσοοβο παραμένει η μόνη χώρα στα Δυτικά Βαλκάνια όπου οι πολίτες χρειάζονται θεώρηση για να ταξιδέψουν στην ΕΕ, παρά το γεγονός ότι έχουν εκπληρώσει όλες τις προϋποθέσεις που τέθηκαν από το 2018. Του έχουν αναγνωριστεί μάλιστα βήματα πρόοδου σε σημαντικούς τομείς, ενώ από το Δεκέμβριο του 2022 υπέβαλε αίτηση για την ένταξη του στην ΕΕ. Δεδομένης της άρνησης της αναγνώρισης του απο πέντε κράτη μέλη, αναμένεται να αντιμετωπίσει σημαντική αντίσταση στην ικανοποίηση του αιτήματος του. Ένας απο τους «αρνητές» είναι και η Ελλάδα, παραμένοντας συνεπής στη φιλοσερβική της θέση.

Από τα παραπάνω προκύπτει αμέσως μια σημαντική αντίφαση. Πως το ελληνικό κράτος που μετ’ επιτάσεως υποστηρίζει την ένταξη των Δυτικών Βαλκανιών στην Ένωση, ευθυγραμιζόμενη με τα όργανα της ΕΕ, αρνείται να δώσει στο Κόσοβο αυτή τη προοπτική; Μάλιστα η εν λόγω στάση προσκρούει στη βούληση των Βρυξελλών, μιας και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το Μάϊο του 2023 ενέκρινε την «έκθεση προόδου», αναγνωρίζοντας στο «νεότερο κράτος» της Ευρώπης σημαντική πρόοδο σε θέματα που αποτελούν ορόσημο στην ευρωπαϊκή προοπτική ενός υποψήφιου κράτους ως μέλος.

Τονίζοντας τη «μακρά περίοδο πολιτικής σταθερότητας» μετά τις εκλογές του 2021, καθώς και τη «διαρκή ευθυγράμμιση με την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας της ΕΕ», οι Βρυξέλλες κάλεσαν την Ελλάδα και τα άλλα τέσσερα κράτη μέλη να προχωρήσουν άμεσα στην αναγνώριση του Κοσσόβου. Ο Αυστριακός ευρωβουλευτής του ΕΛΚ Λούκας Μαντλ, επικεφαλής της ομάδας παρατηρητών του Ευρωκοινοβουλίου στις εκλογές του 2021 στο Κόσοβο, απύηθηνε έκκληση στις πέντε κυβερνήσεις, υπογραμμίζοντας οτι στο Κόσσοβο, συγκριτικά με τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη, τηρούνται με το καλύτερο δυνατό τρόπο οι προδιαγραφές του κράτους δικαίου.

Η άρνηση της Ελλάδας δεν συνδέεται με λόγους που έχουν να κάνουν με το ίδιο το Κόσσοβο, αλλά με τη Σερβία και την αποφυγή αναταράξεων στις διημερείς τους σχέσεις. Η άρνηση αναγνώρισης δεν υπονοεί εχθρική διάθεση και αυτό άλλωστε τεκμαίρεται απο την επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια το περασμένο Μάρτιο στη Πρίστινα και το άριστο κλίμο που επικράτησε στις συναντήσεις του εκεί. Επίσης, η Ελλάδα μπορεί να μην αναγνωρίζει επισήμως το Κόσοβο, αλλά de facto αναγνωρίζει τα διαβατήριά του και βέβαια παραμένει υπέρ του διαλόγου ανάμεσα στο Βελιγράδι και τη Πρίστινα που πραγματοποιείται υπο την αιγίδα της ΕΕ.

Η Αθήνα διαμηνύει διαχρονικά οτι η ειρήνη και η σταθερότητα στα Βαλκάνια περνάει μέσα απο την επούλωση των «ανοιχτών πληγών», όπως η επίλυση της διένεξης Σερβίας Κοσσόβου και το καθορισμό του status quo στην περιοχή. Όλα αυτά στη σκια της πρόσφατης κρίσης που ξέσπασε το περασμένο Μάϊο θέτοντας την ένοπλη σύγκρουση προ των πυλών. Με βάση την πάγια ελληνική θέση για ευρωπαϊκή και ευρωατλαντική ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων η Ελλάδα δε μπορεί να επιμένει σε αυτή την εξαίρεση, διαφοροποιούμενη απο την επίσημη γραμμή της ΕΕ. Δε νοείται η Αθήνα να πορεύεται με το φόβο της πιθανής ενόχλησης απο το Βελιγράδι, του οποίου επίσης υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική.

Η λογική του αποκλεισμού και του απομονωτισμού ορθολογικά και εμπειρικά έχει αποβεί μοιραία για την Ευρώπη και την ιστορική χερσόνησο της. Η Ελλάδα οφείλει να μην
αντιμετωπίζει την προοπτική ένταξης του Κοσσόβου ως εθνικό ζήτημα, αλλά ως ζήτημα καταρχήν ευρωπαϊκό. Ενόψει και των ευρωεκλογών που έπονται και της πρόσφατης «έκθεσης πρόοδου», θα είναι κίνηση υψηλού συμβολισμού και στρατηγικής επιλογής απο την ελληνική πλευρά, αν συνεπικουρίσει στην ευρωπαϊκή προοπτική του Κοσσόβου μέσω της αναγνώρισης του. Η κίνηση αυτή θα επιβραβεύσει αφενός τις προσπάθειες που καταβάλλονται απο τη Πρίστινα, παραδειγματίζοντας τους όμορους Βαλκάνιους γείτονες και αφετέρου θα αποδώσει στην Ελλάδα τα εύσημα των Βρυξελλών με οτι συνεπάγεται αυτό.

Με αφορμή τις ευρωεκλογές του 2024 προσφέρεται μια καλή ευκαιρία να τεκμηριωθεί εμπράκτως και ουσιαστικώς η ελληνική θέση για ενσωμάτωση των χωρών της χερσόνησου του Αίμμου. Η χρονική συγκυρία είναι ιδανική. Το ζήτημα του Κοσσόβου μπορεί να αποσυνδεθεί απο την εσωτερική πολιτική σκηνή και να αναδειχεί ως ενιαία ευρωπαϊκό, αποστέλλοντας στο Βελιγράδι το αντίστοιχο μήνυμα. Εν κατακλείδει, οι διμερείς σχέσεις με τη Σερβία δε νοείται να κρίνονται από τις σχέσεις της Ελλάδας με ένα άλλο κράτος.

Αθανάσιος Σκούφιας

Βέροια, Δεκέμβριος 2023