Στα τέλη Νοεμβρίου η κυβέρνηση παρουσίασε το σχέδιο νόμου για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου στις ευρωεκλογές και τα δημοψηφίσματα, αρχής γενομένης από την ευρω-κάλπη του 2024, σε μία προσπάθεια να μειωθεί το ποσοστό της αποχής (το 2019, στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί 41,39%).

Η πρόταση αυτή ανακίνησε τον δημόσιο διάλογο για τα πιθανά ονόματα στα ψηφοδέλτια των κομμάτων, αποτελώντας εφαλτήριο μιας απορίας που για πολλούς λύνεται τη στιγμή που μπαίνουν στο παραβάν και αντικρίζουν το ψηφοδέλτιο: «Ποιον θα ψηφίσω;»

Ένα αυτονόητο ερώτημα που αναδεικνύει με τη σειρά του το βαθύτερο ζήτημα των κριτηρίων βάση των οποίων οι ψηφοφόροι επιλέγουν τους πολιτικούς που τους εκφράζουν και κατ’ επέκταση που θα τους εκπροσωπήσουν.

Ορισμένοι ψηφίζουν με αμιγώς ιδεολογικά κριτήρια, άλλοι διαμορφώνουν άποψη παρακολουθώντας πιο στενά τους υποψήφιους κατά την προεκλογική περίοδο, ενώ κάποιοι αξιολογούν την συνολική διαδρομή τους.

Υπάρχουν κι εκείνοι που επηρεάζονται περισσότερο από την επικοινωνιακή στρατηγική ενός υποψηφίου ή το κατά πόσο ένα επώνυμο τους είναι γνωστό.

Ανεξάρτητα όμως από τα κριτήρια των ψηφοφόρων, ποια είναι τα προσόντα που εγγυώνται ότι ένας ευρωβουλευτής θα ανταποκριθεί καλύτερα στο θεσμικό έργο;

Την δική του οπτική για το ζήτημα μοιράστηκε, στο περιθώριο του προγράμματος κατάρτισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Έλληνας ευρωβουλευτής Νίκος Παπανδρέου.

«Στη δημοκρατία πρέπει να υπάρχει ελευθερία επιλογής των αντιπροσώπων μας χωρίς δεσμευτικούς όρους. Όμως από την σύντομη εμπειρία μου (περίπου έξι μηνών) θα έλεγα ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο, ο ευρωβουλευτής να έχει γνώση μιας δεύτερης γλώσσας εκτός από την ελληνική, ώστε να υπάρξει άμεση επικοινωνία με άλλους ευρωβουλευτές».«Κάτι ακόμη που χρειάζεται είναι το ενδιαφέρον και η αγάπη για νέες γνώσεις, επειδή υπάρχει μεγάλη πληροφόρηση σε γραπτή μορφή», τόνισε ο ευρωβουλευτής της Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.

«Τέλος μία διάθεση επικοινωνίας με τους συναδέλφους είναι απαραίτητη», συμπληρώνει. «Μερικοί ευρωβουλευτές δεν γνωρίζουν άλλη γλώσσα, αλλά έχουν μεγάλη εμπειρία σε συγκεκριμένα θέματα», καταλήγει, αναδεικνύοντας το μείζον ζήτημα της εξοικείωσης με τα θέματα που συζητούνται και κρίνονται στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.

Εν ολίγοις, το «εκλέγειν» είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα που εξασφαλίζει την δίκαιη εκπροσώπηση διαφορετικών κοινωνικών ομάδων στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και, με αυτό κατά νου, οι πολίτες της Ευρώπης οφείλουν να ψηφίσουν με γνώμονα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των υποψηφίων που εξασφαλίζουν ότι θα επιδείξουν ορθή κρίση απέναντι στις σημαντικές αποφάσεις που θα κληθούν να λάβουν στις Επιτροπές και την Ολομέλεια.
Επομένως όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά αποτελούν μία χρήσιμη «πυξίδα» για τις επερχόμενες ευρωεκλογές.

Μπορεί να μην αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις, με την έννοια της νομικής δεσμευτικότητας, αλλά αποδεικνύονται αναγκαία εφόδια έτσι ώστε οι ευρωβουλευτές να αποφασίζουν με επάρκεια, έχοντας ως μέλημα την ευημερία των πολιτών, πιστοί στις αξίες της Ένωσης και το ευρωπαϊκό όραμα για δικαιοσύνη, ισότητα και ειρήνη.

Χριστίνα Περλέγκα

Αθήνα, Δεκέμβριος 2023